http://oralhistorygroups.gr/martyries/
ΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ
«Ασφαλώς παίζαμε πάρα πολλά παιχνίδια, συγκεκριμένως εκείνο το παιχνίδι που είχε…..τέλος πάντων πάντοτε και έχει και σήμερα αίγλη είναι το ποδόσφαιρο. Επειδή τότε οι χώροι –αλάνες οι λεγόμενες -υπήρχαν πάρα πολλές ήτανε διαδεδομένο πολύ και το ποδόσφαιρο». (Δ.Ξ. 1930)
«Πως, κατ αρχάς παίζαμε ποδόσφαιρο. Φτιάχναμε ομάδες, βάζαμε ρεφενέ το χαρτζιλικάκι μας και αγοράζαμε και φανέλες και παίζαμε η πάνω γειτονιά με την κάτω γειτονιά. Κάναμε ένα πρωτάθλημα, ας πούμε τοπικό θα έλεγε κανείς και περνάγαμε τα καλοκαίρια μας». (Ν.Σ 1948)
Η ΜΑΚΡΙΑ ΓΑΙΔΟΥΡΑ
«Εκείνο το παιχνίδι από τα πολλά που θα πω που μας έκανε εντύπωση , ήταν λιγάκι ομαδικό και επαιζότανε μες στη γειτονιά μας ήτανε η μακριά γαϊδούρα. ….. Χωριζόμαστε όσοι βρισκόντουσαν εκείνη την ώρα πέντε-πέντε έξι –έξι όσοι ήτανε κάποιος από τους πιο παχύς κάθετο και έκανε τη μάνα. Η μάνα εκαθόταν στον τοίχο και πήγαινε ο άλλος….η πλάτη του ήταν στον τοίχο ,τα χέρια του εκρατούσαν το κεφάλι εκείνος που θα καθότανε μακριά γαϊδούρα, ο ένας πίσω από τον άλλον καμπουριαστά ε….σε μήκος. Η άλλη ομάδα οι πέντε οι έξι οι εφτά η οι τέσσερις άρχισε να παίρνει φόρα και να καβαλάει τη μακριά γαϊδούρα τα άτομα εκείνα που είχαν σχηματίσει μια μακριά γαϊδούρα και έπαιρνε φόρα εκείνος ο αδύνατος που ήταν και πολύ ταχύς για να πάει πολύ μπροστά που ήταν η κεφαλή της μάνας με αποτέλεσμα να χωρέσει όλους όλη την ομάδα χωρίς να πέσει η γαϊδούρα έτσι και έπεφτε η γαϊδούρα τα ξαναφύλαγε και τα ξανακάνανε από την αρχή». (Δ.Ξ. 1930)
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ « ΕΠΟΧΗΣ»
«Ένα από τα ατομικά ήταν κατά κάποιο τρόπο τον Οκτώβριο που θα μπαίνανε τα καινούρια κρασιά ..ο μούστος για να γίνουν τα καινούρια κρασιά τα καθαρίζανε ε….είχαμε πολλές ταβέρνες στο ν. κόσμο και πλησίον στο σπίτι μου με αποτέλεσμα να έρχονται ειδικά συνεργεία καθαρίζουν τα βαρέλια , για να μπει ο μούστος βγάζοντας τα στεφάνια των βαρελιών ,αποτέλεσμα αυτού εμείς να φυλάμε τσίλιες να αρπάξουμε κανένα στεφάνι με ένα ξύλο να κάνουμε το ατομικό παιχνίδι το στεφάνι. Δεν ήταν τίποτε άλλο το στεφάνι από ένα βαρελίσιο στεφάνι –το γνωρίζουμε όλοι- το μεταλλικό η έκανες μόνος σου συρμάτινο στεφάνι και με ένα ξύλο ,άρχιζες και έτρεχες στην οδό Κριτίου ,την οδό Κασομούλη ,τα στενά…» (Δ.Ξ.1930)«Έ είχαμε ένα πολύ ωραίο έτσι, παιχνίδι ας το πώ, (μικρό γέλιο ικανοποίησης) να κουβαλάμε πάγο, ε υπήρχε ένα παγοποιείο που ήταν πολύ κοντά στην γειτονιά μας και μας στέλνανε με τα δίχτυα και φέρναμε την κολώνα με τον πάγο που έμπαινε στο ψυγείο του πάγου. Και ήτανε, και, σχεδόν ξυπόλυτοι μπορεί να πηγαίναμε και να ερχόμαστε και είχε την πλάκα του όλο αυτό». (Α.Μ .1945)«Ο Υμηττός στην περιοχή του Ν. Κόσμου πλημμύριζε από κόσμο την Καθαρή Δευτέρα. Έτσι τα παιδιά της περιοχής ξεκίναγαν την κατασκευή των χαρταετών τους από τη γιορτή του Αη Γιαννιού το Γενάρη και τους αμολούσαν όλη την περίοδο μέχρι και τις Αποκριές. Ανήμερα την Κ.Δ. επειδή ο σπάγκος τους ήταν δυσεύρετος, έφτιαχναν «συμμορίες» των 4, που ένας έκοβε δόλια το σπάγκο κάποιου επισκέπτη, ενώ οι άλλοι τρεις μαζεύανε τον αετό που έπεφτε παρακάτω και μοιράζονταν μεταξύ τους σπάγκο και χαρταετό! …» (Δ.Ξ. 1930)
ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
«Άλλο παιχνίδι το οποίο μπορούσες κάλλιστα να είναι η ηλικία μεγαλύτερη ,όπως εφθάσαμε σε κάποια ηλικία….. ετότε ήταν τα παιχνίδια τα λεγόμενα ασετιλίνης. Δηλ σκάβαμε 5,6 λακούβια και κάποιος από τους μεγαλύτερους αγόραζε τη λεγόμενη ασετιλίνη η οποία ασετιλίνη δεν ήταν τίποτε άλλο ,ήταν μια χημική ένωση που όταν έπεφτε στο νερό δημιουργούσε ατμούς και πίεση .Λοιπόν εμείς βάζαμε τα ντενεκαδάκια από το γάλα που υπήρχαν τότε μες στα λακουβάκια ανάποδα με μια τρύπα από πάνω. Και μέσα στο, λάκκο ρίχναμε νερό και την ασετιλίνη και το σκεπάζαμε στο λάκκο και φεύγαμε μακριά. Διότι αυτό μάζευε τον ατμό ..με αποτέλεσμα να εκτοξεύεται πάνω από τα σπίτια μας πάνω….οπότε γινότανε χαμός ,ό ένας φώναζε ,ο άλλος κραύγαζε ….ήταν και αυτό ένα παιχνίδι ομαδικό» (Δ.Ξ. 1930)
ΑΛΛΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
«γιαλένια, ήτανε γιάλινα αυτά τέτοια, γκαζές, όπως λέμε γκαζές…»
«Κουρνίτς και πρέπει να είναι παράφραση της λέξης κόρνερ, γωνία, τώρα γιατί το λέγανε κουρνίτς, έτσι κουρνίτς το ξέραμε.» (Ν.Μ.1943)
«Είχαμε ένα, ένα κύ-, φτιάχναμε ένα κύκλο στο δρόμο ε, βάζαμε στη μέση ένα ντενεκάκι, τα βγάζαμε, όποιος τα φύλαγε καθόταν εκεί, περίμενε, ένας από μας κλώ-, κλωτσούσε τοοο ντενεκάκι και ο άλλος πήγαινε να το φέρει, να το βάλει ξανά μες τον κύκλο και μετά έψαχνε να μας βρει. Έβρισκε 1,2,3 άτομα. Μετά, αν κάποιος προλάβαινε και πήγαινε και κλώτσαγε ξανά το ντενεκάκι, χωρίς να τον δει αυτός που τα, που ήτανεε, ταα φύλαγε, ε, απελευ- ελευθερωνόντουσαν και οι υπόλοιποι που είχαν βρει και ξανάρχιζε απ’ την αρχή. Και αυτό, εγώ μια βραδιά, σε μια καινούργια γειτονιά που πήγα, τα φύλαγα σχεδόν όλη τη νύχτα, γιατί δεν ήξερα τις κρυψώνες της γειτονιάς!» (Β.Θ.1952)
«Μπαίναμε όλοι στη σειρά εεε…εγώ πούλαγα τσουκαλάκια κι ερχόταν ο αγοραστής. Πέρα απ’ την Μπερλίνα, το Καλημέρα βασιλιά, τα θυμάσαι αυτά. Κι ερχότανε. Τώρα εμείς καθόμαστε έτσι, με τα χεράκια από κάτω, όχι γονατιστοί, ξέρεις έτσι καθόμαστε [δείχνει] δεν είναι εύκολο τώρα, η γραία δεν μπορεί (γέλια), ερχόταν λοιπόν κάποιος για να δει, να διαλέξει τσουκαλάκια. Αλλά τα παιδάκια τα πιάναν τα γέλια, όταν έκανε έτσι αυτός που αγόραζε, έκανε διάφορα αστεία, και…απ’ την αυτή του έφευγε και το τσουκαλάκι χάλαγε. Δεν τόθελε αυτό το τσουκαλάκι [το χαλασμένο, να το αγοράσει], ήθελε το πιο γερό, ας πούμε…[μιλάει με ένταση και ένα χρώμα γέλιου] Ε, αυτό ήτανε…» ( Ν.Τ 1948)
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ
«Βγάζαμε το επάνω, πώς παίζουμε τώρα τα χαρτιά, είχανε πολλά πακέτα τέτοια, πολλά τετράγωνα από πάνω, κι έπαιζε ο ένας, έπαιζε ο άλλος, έπαιζε ο ένας, κι όταν, ας πούμε, έβγαζες το Έθνος, θυμάσαι, με την κόκκινη γραμμή, το Άρωμα, … φοβερό! Βγάζει ο ένας Έθνος και μόλις ο άλλος έβγαλε Έθνος έκανε ρούμπο. Δηλαδή, όταν ταυτιζόντουσαν τα δυο…»«Ή με τα τσιγκάκια. Τα τσιγκάκια δεν θυμάμαι πώς ακριβώς το παίζαμε αυτό το παιχνίδι, εεε…δεν μπορώ γιατί δεν το έπαιζα εγώ, τα’ αγόρια περισσότερο, ακόμα και με τα χαρτόνια. Αλλά υπήρχανε με ρικά πολύ σπάνια τσιγκάκια, τα οποία τα λέγανε μπινίκια (γέλια) Δεν θυμάμαι για ποιο λόγο ή τι θα πει μπινίκια αλλά ήτανε…το…ξέρεις…το πολύ σπάνιο!» (Ν.Τ 1948)
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ
«Ε, ναι! Ψάχναμε να βρούμε σαύρες, ε, τις οποίες μας είχε, ε, ο πατέρας μου μούχε δείξει πώς να τις πιάνω, φτιάχναμε απόνα σα στάχυ που είναι, φτιάχνα-, ε, είναι ευλύγιστο αυτό και φτιάχναμε μια θηλιά και σιγά-σιγά πηγαίναμε κοντά στη σαύρα που λιαζότανε, και δεν το καταλάβαινε και την, πιάναμε με τη θηλιά και την φυλακίζαμε ας πούμε. Ε,» (Β.Θ1952)
«Πετροπόλεμο παίζαμε ναι, με το άλλο χωριό όχι μεταξύ μας, παίζαμε και καμιά φορά πετροπόλεμο πανωγειτονίτες-κατωγειτονίτες, αλλά και στα αερόστατα στο Λεωνίδιο ο ένας να κάψει του αλλουνού {…}» (Ν.Τ.1933)
ΤΑ ΑΓΟΡΑΣΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
«Εμένα μου παίρνει ποδήλατο και ήταν: ε, ήτανε 4 ποδήλατα στη γειτονιά. Ε, ένας έμενε ένας πολιτικός μηχανικός, είχε πάρει στο γιο του. Ένας διευθυντής, τράπεζας, τον οποίον τον έφερνε αυτοκίνητο εκείνη την εποχή στο Λιναρά! Ε, παίρνει για το γιο του. Ο γιος του ήταν ένας περίφημος ε, κιθαρί- κιθαρίστας, κλασσικής κιθάρας, ο Τζωρτζινάκης ο Κυριάκος, πέθανε κι αυτός πολύ, νωρίς, με έργα, ε, κλασσικής κιθάρας, [ΔΑ1], ο δεύτερος είχε αυτό, ο τρίτος, ένας που του τόχε στείλει από την Αμερική ο μπάρμπας του, κι τέταρτος εγώ, που ο πατέρας μου μάλλον το πήρε το ποδήλατο με δανεικά! Η, πήγε και πήρε δανεικά για να μου πάρει ποδήλατο!»(Β.Θ.1952)«Και μάλιστα, μόλις κλείναν τα σχολεία, περιμέναμε πώς και πώς να μας φωνάξει στην αυλή του ο Κυριάκος, διότι αυτός είχε παιχνίδιααα,[αγοραστά]Αγοραστά μεε με μπαταρίες, με τέτοια πράματα που για μας ήτανε ….. . Εμείς, φτιάχναμε καμιά σφεντόνα να, κυνηγάμε κανα πουλί, καναα, τσέρκια, τσέρκι είναι, το στεφάνι του βαρελιού». (Γ.Κ.1952)
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ
Τα ομαδικά παιχνίδια στο δρόμο δεν σταμάτησαν ούτε τις πολύ δύσκολες ώρες της ιστορίας. Απλά, τα παιχνίδια των παιδιών στην Κατοχή απόκτησαν άρωμα πολέμου
«Τότε ενθυμούμεθα και γράφει και η ιστορία που έχετε διαβάσει ότι μόλις φεύγανε οι Γερμανοί ερχόντουσαν οι Εγγλέζοι ,φεύγαν οι Εγγλέζοι ερχόντουσαν οι Γερμανοί ,μέσα στην Αθήνα μιλάω για την Αθήνα, το αποτέλεσμα αυτού ήταν να έχουμε χαράξει και να παίζουμε τα μεσημέρια μας τη ντάμα και από πάνω να έρχονται τα αεροπλάνα και να πέφτουνε πυροβολισμοί ,οι πυροβολισμοί που πέσανε με οβίδες ,βλήματα διαμέτρου 10 εκατοστών εσκάσανε δίπλα μας και οι μανάδες να βγούνε έξω έξαλλες να ψάχνουνε γιατί όλοι ήμασταν καμιά 15 αριά στο πεζοδρόμιο αυτό το οποίο παίζαμε 2-2 την ντάμα η την τρίλιζα η ….οτιδήποτε παιχνίδι κάτω ….μεσημέρι και θυμάμαι τότε αλλόφρων η μάνα μου να τρέχει σε απόσταση 15-20 μέτρα να μας ζητάει. Δεν ήμουνα μόνο εγώ ήταν και ο Βαγγέλης ήταν και ο Νίκος ήταν και ο Χρήστος (σημ τα αδέρφια του αφηγητή) και οι 4 ήμασταν εκεί .Λοιπόν αυτά που ζήσαμε εμείς αυτά τα σημερινά παιδιά δεν έχουν ζήσει τέτοιο πράγμα ,να συνδυάζεις πόλεμο και παιχνίδι». (Δ.Ξ. 1930)
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΜΙΚΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΩΝ ΜΑΖΙ
«Ναι. Είχαμε Σάββατα π.χ. που οι μπαμπάδες σχολάγανε και την Κυριακή θα καθόντουσαν ε…κυρίως τα καλοκαίρια που ήταν πολύ όμορφα, βγαίνανε κι οι γονείς έξω και παίζαμε μπάλα και κυνηγητό και κρυφτό μαζί με τους μπαμπάδες και τις μαμάδες, ναι, κι αυτό ήταν πολύ όμορφο και πολύ –για τα παιδιά δηλαδή- πάρα πολύ ωραίο, αλλά νομίζω ότι το χαιρόντουσαν κι οι γονείς» (Α.Π.1948)
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟ 1980
Στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αι. ο τρόπος ζωής έχει αλλάξει ριζικά, πολυκατοικίες ασφαλτόστρωση δρόμων, πολλαπλασιασμός αυτοκινήτων απρόσωπες σχέσεις. Μέσα σε αυτά το ελεύθερο παιχνίδι στη γειτονιά περιορίζεται δραστικά.
«Στη δεκαετία του ογδόντα ήμασταν παιδιά, δεν βγαίναμε πολύ [γέλιο], παίζαμε όμως παιχνίδια… Τα ωραία παιχνίδια… Μήλα, λάστιχο, εεε, κυνηγητό, κρυφτόοοο, στο λόφο του Σκουζέ με τις μητέρες μας, πηγαίναμε τα…, κάθονταν ως το βράδυ… τα, ε, καλοκαιρινά βράδια κάθονταν ως αργά και παίζαμε στις κούνιες όλοι οι συμμαθητές, ήταν πάρα πολύ ωραία. Επίσης ο δήμος Αθηναίων τότε είχεεε, εεε, αναπτύξει πολύ καλή δράση και είχε, κάναμε τις δραστηριότητες, ε, εεε, υπήρχε, ε, μια, ένααα, πώς να το πω τώρα, σαν, εεε, πνευματικό κέντρο [με έμφαση], και, ε, μαζευόμαστε τα απογεύματα τα παιδιά με, ε, τά το σχολείο και κάναμε διάφορες δραστηριότητες, όπως ελληνικοί χοροί, μπορούσαμε να παίξουμε σκάκι, εεεμ, μαθήματα πιάνουου, τώρα δεν ξέρω αν γίνονται αυτά, δεν έχωωω, δεν μπορώ να πω, αλλ…» (Ο.Κ.1972)