Translate

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

Born in 1893, Joan Miro grew up in the Spanish countryside near Barcelona, an area that greatly influenced his artistic style. He showed great promise from an early age and became a master of painting, ceramics, engraving, watercolors, and even painting on copper and glass. His early art was inspired by Van Gogh and Cezanne, and he exhibited for the first time in Barcelona in 1918.
His early art includes bright landscapes and still life, such as Horse, Pipe, and Red Flower, which played with perspective and depth in form. Highly detailed in his work, Miro began to turn toward Surrealism after a trip to Paris in the early 1920s. Experimenting with line, form, color, and balance, Miro created scenes with distorted, interrupted connections between the objects. His paintings The Tilled Field and Catalan Landscape (The Hunter) of 1924 are commonly considered his first Surrealist works.

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016

Βιτσέντζος Κορνάρος
O Βιτσέντζος Κορνάρος ήταν Κρητικός ποιητής. Ο Βιτσέντζος ήταν ο μικρότερος γιος του Ιακώβου Κορνάρου και της Ζαμπέτας Ντεμέτζο, γόνος εξελληνισμένης και αρχοντικής βενετσιάνικης οικογένειας, πιθανότατα με μεγάλη περιουσία.. Γεννήθηκε στις 26 ή 29 Μαρτίου 1553, στο χωριόΤραπεζόντα Σητείας, πατρογονικό φέουδο της οικογένειας του και βαφτίστηκε το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου.
Στην Στείαν εγεννήθηκε, στην Στείαν ενεθράφη,
εκεί “καμε κι εκόπιασεν ετούτα που σας γράφει.

Η ακριβής ημερομηνία του θανάτου του δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη, ωστόσο πιστεύεται πως μπορεί να ήταν η 12η Αυγούστου 1613 ή κατά άλλους  στις 24 Απριλίου 1614, και από άγνωστη αιτία.Θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου.

Κ' εγώ δε θε να κουρφευτώ κι αγνώριστο να μ' έχου
μα θέλω να φανερωθώ, κι όλοι να με κατέχου
Βιτσέντζος είν' ο ποιητής και στη γενιά Κορνάρος
που να βρεθή ακριμάτιστος, σα θα τον πάρη ο Χάρος.
Στη Στείαν εγεννήθηκε, στη Στείαν ενεθράφη,
εκεί 'καμε κι εκόπιασεν ετούτα που σας γράφει.
Στο Κάστρον επαντρέυτηκε σαν αρμηνεύγει η φύση
το τέλος του έχει να γενή όπου ο Θεός ορίσει( Ερωτόκριτος, Βιτσέντζος Κορνάρος)
Ερωτόκριτος , ένα ποίημα, ύμνος στην Αγάπη και τα έθιμα μιας άλλης εποχής, μύθος ή αλήθεια , ότι και αν είναι, αποτελεί ένα αριστούργημα της κρητικής ποίησης που γοητεύει και συγκινεί μέχρι και σήμερα.
Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της κρητικής λογοτεχνίας, συγγραφέας του αφηγηματικού ποιήματος  Ερωτόκριτος και του θρησκευτικού δράματος Θυσία του Αβραάμ.
Έμεινε στην περιοχή της Σητείας, κυρίως στα χωριά Τραπεζόντα και Πισκοκέφαλο, ως το 1587-1590, δηλαδή ως τα τριανταπέντε του χρόνια περίπου «ζώντας τη ζωή του φεουδάρχη γαιοκτήμονα, μέσα σ΄ έναν πολυπρόσωπο κόσμο υπηρετών και δουλοπαροίκων, που ήταν όλοι τους Ελληνορθόδοξοι».
Αργότερα εγκαταστάθηκε στον Χάνδακα, το σημερινό Ηράκλειο, στις 20 Μαρτίου 1585,κοντά στους δύο αδελφούς του, τον Ιωάννη Φραγκίσκο και τον Ανδρέα, όπου απέκτησε, από προίκα ή με αγορές, μεγάλη περιουσία. Είχε μεγάλα φιλολογικά ενδιαφέροντα και ήταν ένα από τα πιο δραστήρια μέλη της Ακαδημίας των Stravaganti του Χάνδακα ή Ακαδημία των Παράξενων, που είχε ιδρύσει ο αδελφός του Ανδρέας.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1590 παντρεύτηκε, στο ναό της μονής της Αγίας Αικατερίνης των καλογραιών, με την Μαριέτα Ζένο, με την οποία απέκτησε και δύο κόρες, την Κατερούτσα και την Ελένετα. Από το 1591 ανέλαβε διοικητικά αξιώματα, ενώ κατά την διάρκεια της πανούκλας (1591 -1593) ανέλαβε καθήκοντα υγειονομικού επόπτη. Υπήρξε επίσης μέλος του Συμβουλίου των Ευγενών του Χάνδακα.
Ο Βιτσέντζος μετά τη μόνιμη εγκατάστασή του στο Χάνδακα επισκέπτεται τακτικά και ως το θάνατό του την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Σητεία. Μάλιστα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, από το τέλος του 1598 ως το τέλος του 1600, βρίσκεται κυρίως στην περιοχή της Σητείας, όπου εξακολουθούσε να διατηρεί σημαντική περιουσία.
Η ακριβή ημερομηνία του θανάτου του δεν είναι απόλυτα εξακριβωμένη, ωστόσο πιστεύεται πως μπορεί να ήταν η 12η Αυγούστου 1613 ή κατά άλλους μέχρι στις 24 Απριλίου 1614, από άγνωστη αιτία και θάφτηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου.
Ο ποιητής Βιτσέντζος Κορνάρος έγραψε τα έργα «Ερωτόκριτος» και «Θυσία του Αβραάμ». Στα δύο ποιήματα αυτά ο Κορνάρος, όπως λέγεται από τους κριτικούς της λογοτεχνίας, με μια σπάνια δύναμη κατόρθωσε να μετουσιώσει τα πρότυπα τους σε δραματικά έργα με μία άψογη τεχνική, μία ανώτερη ποιητική πνοή και με τέλεια ψυχογραφημένους χαρακτήρες.
«...όποιος του πόθου εδούλεψε εισέ καιρό κιανένα
ας έρθει για ν' αφουκραστή ο,τί 'ναι εδώ γραμμένα...»
 Ερωτόκριτος : Είναι μία έμμετρη μυθιστορία  που συντέθηκε στην Κρήτη τον 17ο αιώνα. Αποτελείται από 10.012 (οι τελευταίοι δώδεκα αναφέρονται στον ποιητή)  ιαμβικούς  δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους στην Κρητική Διάλεκτο. Κεντρικό θέμα του είναι ο έρωτας ανάμεσα σε δύο νέους, τον Ερωτόκριτο (που στο έργο αναφέρεται μόνο ως Ρωτόκριτος ή Ρώκριτος) και την Αρετούσα, και γύρω από αυτό περιστρέφονται και άλλα θέματα όπως η τιμή, η φιλία, η γενναιότητα και το κουράγιο. Μαζί με την Ερωφίλη του Γεώργιου Χορτάτση  είναι τα σημαντικότερα έργα της Κρητικής Λογοτεχνίας. Ο Ερωτόκριτος πέρασε στην λαϊκή παράδοση και παραμένει δημοφιλές κλασικό έργο, χάρη και στη μουσική με την οποία έχει μελοποιηθεί. Το έργο ήταν πολύ δημοφιλές και κυκλοφορούσε σε χειρόγραφα όλον τον 17ο αι. Το 1713 τυπώθηκε στη Βενετία από έναν κρητικό, ο οποίος είχε συγκεντρώσει πολλά χειρόγραφα του έργου, στα οποία στηρίχθηκε για να παραδώσει μια αρκετά έγκυρη και αξιόπιστη έκδοση. Δεν σώζεται κανένα από τα χειρόγραφα του έργου εκτός από ένα ανολοκλήρωτο, του 1710. Είναι διακοσμημένο με καλαίσθητες μικρογραφίες , αλλά λιγότερο έγκυρο ως προς την παράδοση του κειμένου σε σχέση με τη βενετσιάνικη έκδοση, γιατί αλλοιώνει σε κάποια σημεία τον ιδιωματικό χαρακτήρα της γλώσσας. Πιθανότατα σταμάτησε να αντιγράφεται μετά την κυκλοφορία της έντυπης έκδοσης του έργου, το 1713. Ακολούθησαν πολλές ανατυπώσεις της αρχικής έκδοσης και η πρώτη νεότερη έκδοση έγινε το 1915 από τον Στέφανο Ξανθουδίδη.
Του Κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν,
και του Τροχού, που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνουν·
και του Καιρού τα πράματα, που αναπαημό δεν έχουν,
μα στο Καλό κ' εις το Κακό περιπατούν και τρέχουν
 και των Αρμάτω' οι ταραχές, όχθρητες, και τα βάρη,
 του Έρωτος οι μπόρεσες και τση Φιλιάς η χάρη·
 αυτάνα μ' εκινήσασι τη σήμερον ημέραν,
 ν' αναθιβάλω και να πω τά κάμαν και τά φέραν
 σ' μιά Κόρη κ' έναν Άγουρο, που μπερδευτήκα' ομάδι
 σε μιά Φιλιάν αμάλαγη, με δίχως ασκημάδι.
 Κι όποιος του Πόθου εδούλεψε εις-ε καιρόν κιανένα,
 ας έρθει για ν' αφουκραστεί ό,τ' είν' εδώ γραμμένα·
 να πάρει ξόμπλι κι [α]ρμηνειά, βαθιά να θεμελιώνει
    πάντα σ' αμάλαγη Φιλιάν, οπού να μην κομπώνει.

Η απήχηση του έργου ήταν πολύ μεγάλη. Παρατηρούνται επιδράσεις του σε μαντινάδες και επιπλέον στην Κρήτη δημιούργησε μυθολογική παράδοση: τα ονόματα των ηρώων έχουν επιβιώσει ως σήμερα ως βαφτιστικά και η λαϊκή φαντασία ονόμασε «παλάτι του Ηράκλη» τις στήλες του Ολυμπίου Διός  στην Αθήνα. Η μεγάλη διάδοση του έργου μαρτυρείται από λόγιους και ξένους περιηγητές καθ' όλον τον 18ο και 19ο αι, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι άνθρωποι στην Κρήτη γνώριζαν όλο το έργο απ' έξω. Ακόμα και ο Γιώργος Σεφέρης αναφέρει ότι στη  Σμύρνη στις αρχές του 20ου αι. η κατανόηση του έργου ήταν πολύ εύκολη, παρά την έντονα ιδιωματική γλώσσα.
Η μεγαλύτερη όμως απόδειξη της απήχησης του έργου είναι η επίδραση που άσκησε στη νεοελληνική ποίηση. Παραδείγματα ποιημάτων επηρεασμένων από τη στιχουργική του είναι  Ο Κρητικός του Δ.Σολωμού, το Μήτηρ Θεού του Α. Σικελιανού,  ο Επιτάφιος του Γ. Ρίτσου, ο Νέος Ερωτόκριτος του Παντελή Πρεβελάκη
Δεν έλειψαν βέβαια και οι αρνητικές εκτιμήσεις του έργου. Αρκετοί λόγιοι του 18ου αι. το θεωρούσαν κατώτερο ανάγνωσμα λόγω της λαϊκής γλώσσας και μάλιστα ο Διονύσιος Σολωμός είχε διασκευάσει το έργο σε μια λόγια, «ανώτερη» όπως πίστευε, γλωσσική μορφή. Ο Κάλβος επέκρινε το έργο ως μονότονο και ο  Ιάκωβος Πολυλάς το απέρριπτε εξαιτίας της ιδιωματικής γλώσσας.
Το έργο διασκευάστηκε σε θεατρική μορφή από τον Δ. Συναδινό το  1929, με τη Μαρίκα Κοτοπούλη στο ρόλο της Αρετούσας και το 1966 ο  Νίκος Κούνδουρος τον διασκεύασε σε κινηματογραφικό σενάριο. Το έργο επίσης έχει μελοποιηθεί πολλές φορές και είναι δημοφιλέστατο άκουσμα στην  Κρήτη.
«Η Θυσία του Αβραάμ» είναι ένα θρησκευτικό δράμα του 17ου αιώνα. που γράφτηκε στην Κρήτη από άγνωστο συγγραφέα. Από αρκετούς μελετητές έχει αποδοθεί στον Βιτσέντζο Κορνάρο εξαιτίας πολλών λεκτικών ομοιοτήτων ανάμεσα σε αυτό και τον Ερωτόκριτο.
 Το έργο αποτελείται από 1144 ομοιοκατάληκτους στίχους. Δεν ακολουθεί την παραδοσιακή θεατρική δόμηση σε πρόλογο, σκηνές και πράξεις και χορικά, αλλά παραδίδεται ένα ενιαίο κείμενο. Η υπόθεση του έργου είναι το γνωστό επεισόδιο της Παλαιάς Διαθήκης : ο Θεός προστάζει τον Αβραάμ  να θυσιάσει τον γιο του Ιααάκ. (Γένεση κεφ. 22) Ο πιστός Αβραάμ έπειτα από έντονη ψυχική δοκιμασία αποφασίζει να υπακούσει. Με μεγάλη προσπάθεια πείθει τη Σάρρα να αποδεχθεί την εντολή και προετοιμάζει τον Ισαάκ για το ταξίδι με πρόσχημα ότι θα θυσιάσουν ένα αρνί. Όταν φτάνουν στο βουνό όπου θα γίνει η θυσία, ο Αβραάμ ανακοινώνει στον Ισαάκ τον πραγματικό σκοπό του ταξιδιού τους και ο Ισαάκ προσπαθεί να τον μεταπείσει, αλλά τελικά υποκύπτει. Τη στιγμή που ο Αβραάμ ετοιμάζεται να τελέσει τη θυσία, εμφανίζεται ο άγγελος που λυτρώνει τον Ισαάκ και τον αντικαθιστά με ένα αρνί. Το έργο τελειώνει με την επιστροφή του Αβραάμ και του Ισαάκ και την προσευχή του Αβραάμ που υμνεί την παντοδυναμία του Θεού.
Ο πρώτος που διατύπωσε την υπόθεση ότι ο Βιτσέντζος Κορνάρος ήταν ο συγγραφέας της Θυσίας του Αβραάμ ήταν ο Στέφανος Ξανθουδίδης το 1915 και η πρόταση έγινε δεκτή έκτοτε από τους περισσότερους φιλολόγους.
Το έργο ήταν δημοφιλές λαϊκό ανάγνωσμα και ως «ιστορία ψυχoφελεστάτη» έκανε 37 εκδόσεις μέχρι το 1874. Παραδίδεται επίσης άλλο ένα χειρόγραφο (χειρόγραφο Κολλυβά) που αποτελεί αντίγραφο μιας από τις εκδόσεις. Πέρα από τον ελληνικό χώρο, μεταφράστηκε το 1783 στην τούρκικη γλώσσα με καραμανλήδεια γραφή. Το κείμενο αυτό βασίζεται στη χαμένη σήμερα έκδοση του 1696 και τυπώθηκε άλλες δύο φορές, το 1800 και το 1844. Υπάρχουν άλλες δύο μεταφράσεις στην τούρκικη γλώσσα, του 19ου αι, καθώς και μία μετάφραση στην σέρβικη γλώσσα και μία τουρκική με αρμένικους χαρακτήρες, επίσης του 19ου αι. Το κείμενο αγαπήθηκε πολύ από το λαό και πολλοί στίχοι του χρησιμοποιούνταν ως παροιμίες ή ως υλικό σε τραγούδια. Δεν υπάρχουν βέβαια μαρτυρίες για παράστασή του στην Κρήτη, είναι όμως βέβαιο ότι είχε παρουσιαστεί στα Επτάνησα, στις λεγόμενες «Ομιλίες», δηλαδή παραστάσεις κρητικών θεατρικών έργων  συνήθως σε διασκευές. Αντιθέτως η απήχησή του στους λόγιους κύκλους δεν ήταν μεγάλη.







 


EΠΩΝΥΜΑ
Μια θεωρία είναι ότι το –ακης είναι τούρκικη προσθήκη για να υποβιβάσουν το όνομα, όπως θα λέγαμε σήμερα Λιοντάρι – Λιονταρ–άκι.
Άλλη θεωρία είναι ότι τα κρητικά επίθετα πρόσφατα (σχετικά) γύρισαν σε – ακης. Παλιότερα ήταν ακριβώς το αντίθετο (υπερθετικά) πχ Σήφακας και όχι Σηφακάκης. Κατά πάσα πιθανότητα στην ορεινή Κρήτη και στα Σφακιά θα συναντήσεις πολλά υπερθετικά επίθετα, σε αντίθεση με το υπόλοιπο νησί.
Ένας δημοφιλής αστικός μύθος που πλανάται επιμόνως είναι ότι το – άκης στα κρητικά επίθετα το επέβαλλαν οι Τούρκοι για να μειώνουν τους Κρητικούς.
Καμία σχέση: Επισήμως οι Τούρκοι δεν είχαν επώνυμα. Μονάχα κατά τα τέλη του 19ου αι μ.Χ που άρχισε η συστηματική καταγραφή επωνύμων, έγινε κατάχρηση του –άκης, όχι πάντως περισσότερο απ’ ότι τα –άτος, –άκος, -πούλος, –όγλου (–ίδης –άδης), –ίτσης (–ιτσας, -ιτζας, –ιτζης), –έλης, –ούτσος κλπ, σε άλλες ελληνικές χώρες. Δηλαδή άρχισε η μετάλλαξη οικογενειακών επιθέτων στα δημόσια αρχεία, π.χ το Δάνδολος σε Δανδουλάκης, το Χαβαλές σε Χαβαλεδάκης, το Ραΐσης ( ρεΐς = πλοίαρχος, καπετάνιος καραβιού ) σε Ραϊσάκης, το Μαρούλης σε Μαρουλάκης, το Ρόκας σε Ροκάκης, το Μαράθης σε Μαραθάκης, το Λαμπάθης σε Λαμπαθάκης, το Καρδάμης σε Καρδαμάκης, το Καρπούζης σε Καρπουζάκης. 
Το –άκης πρωτοεμφανίστηκε στη Ρωμανία κατά το 10ο αι μ.Χ., απ’όταν μαρτυρείται π.χ. η ύπαρξη τουαριστοκρατικού οίκου των Ροδοκανάκηδων στην Κωνσταντινούπολη. Πάντως η χρήση αυτής της κατάληξης για αιώνες θα παραμείνει σπάνια, αλλά και αμφίβολη όπως στην περίπτωση του Χορτάκης – Χορτάτσης – Χορτάτζης, του ομώνυμου οίκου. Ευρεία χρήση της κατάληξης – άκης θα σημειωθεί για πρώτη φορά κατά τους 15ο – 17ο αι στη Λακωνία, π.χ Γρηγοράκης, Δαβάκης, Καπετανάκης, Τζανετάκης (μικρός Τζανέτος μικρός Τζανής ή Ζανής = δημοφιλής φραγκογενής εκδοχή του Γιάννης, εκ του Jean) και Τρουπάκης, απ’ όπου θα διαδοθεί με αργό ρυθμό και στην Κρήτη, όπου καταγράφονται ονομαστά παραδείγματα, πριν κατακτήσουν οι Τούρκοι το νησί, και πριν οι Μανιάτες το γυρίσουν σε -άκος…
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν επαγγελματικά επώνυμα με –άκης, που υποδηλώνουν και με τι δουλειές καταπιάνονταν οι πρόγονοί μας, όπως π.χ Βουλουμπασάκης (Μπουλουμπασάκης μπουλούκ μπασί = δεκανέας σε ασκέρι οθωμανικό), Σαρτζετάκης (σαρτζέτος σερτζέντε = λοχίας σε στρατό ιταλόφωνου κράτους), Βισαξάκης (Μπιτσαξάκης μπιτσαξή = μαιχαράς, τουρκιστί), Δερμιτζάκης (Ντερμιτζάκης ντεμιρτζή = σιδεράς, όπως και Δεμίρης Σιδέρης).
Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι υπάρχουν κι επώνυμα που έχουν εντελώς τυχαία την κατάληξη -άκης, όπως το Μανιάκης εκ του ελληνιστικού & μεσαιωνικού (ο) μανιάκης, ήτοι το περιδέραιο – διακριτικό βαθμού για τους αξιωματικούς του Ιππικού. Επίσης, προέκυψε και το Μαζαράκης από ομώνυμο ευγενές βλαχικό σόι, το Μενεγάκης εκ του ιταλικού Μενεγάτσιο (Menegazzo), το Μουζάκης εκ της αρβανιτικης φάρας Μουζακη Μουζακα, και το Ταγαλάκης εκ του τουρκικού Τανγαλακ (οπλίτης σε άτακτο σώμα, κυριολεκτικά αστοιχείωτος, βλαξ).


Ανέβα...Ανέβα...
Πάντα ανέβαινε.
Ακόμη πιο ψηλά.
Στη κορφή σε περιμένει η αγάπη
μ’ ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα.
Ανέβα...
‘Ολο μπρος...’Ολο ψηλά.
Κι αν δε βρεις δρόμο
Φτιάξε.
Στην αγάπη
δεν υπάρχουν δρόμοι έτοιμοι,
τους φτιάχνεις εσύ.
Ανέβα...
‘Εστω κι αν δεις
πως τα λουλούδια είναι ψεύτικα
κι η αγάπη -η ολόφλογη αγάπη-
ένας καπνός,εσύ ανέβα.
Ανέβα...
‘Εστω κι αν στην κορφή
αντίς για τριαντάφυλλα
σε περιμένει ένα μπουκέτο μαχαίρια,
εσύ ανέβα!
Ανέβα...
Και πες “ευχαριστώ”.
‘Οχι στα τριαντάφυλλα, όχι στα μαχαίρια.
Πες ευχαριστώ στη δύναμη,
που σ’ έκανε ν’ ανέβεις...

"Aνεβάσματα», Μενέλαος Λουντέμης 




Νίκος Καββαδίας, “Federico Garcia Lorca” (Πουσι 1947, πρωτη δημοσιευση 1945)

Ανέμισες για μια στιγμή το μπολερό
και το βαθύ πορτοκαλί σου μεσοφόρι
Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ
τότε που φεύγανε μπουλούκια οι σταυροφόροι

Παντιέρες πάγαιναν του ανέμου συνοδειά
και ξεκινούσαν οι γαλέρες του θανάτου
στο ρογοβύζι ανατριχιάζαν τα παιδιά
κι ο γέρος έλιαζε, ακαμάτης, τ’αχαμνά του

Του ταύρου ο Πικάσο ρουθούνιζε βαριά
και στα κουβέλια τότε σάπιζε το μέλι
τραβέρσο ανάποδο, πορεία προς το βοριά
τράβα μπροστά, ξοπίσω εμείς και μη σε μέλει

Κάτω απ’ τον ήλιο αναγαλιάζαν οι ελιές
και φύτρωναν μικροί σταυροί στα περιβόλια
τις νύχτες στέρφες απομέναν οι αγκαλιές
τότες που σ’ έφεραν, κατσίβελε, στη μπόλια

Ατσίγγανε κι αφέντη μου με τι να σε στολίσω;
φέρτε το μαυριτάνικο σκουτί το πορφυρό
στον τοίχο της Καισαριανής μας φέραν από πίσω
κι ίσα ένα αντρίκειο ανάστημα ψηλώσαν το σωρό.

Κοπέλες απ’ το Δίστομο, φέρτε νερό και ξύδι
κι απάνω στη φοράδα σου δεμένος σταυρωτά
σύρε για κείνο το στερνό στην Κόρδοβα ταξίδι
μέσα απ’ τα διψασμένα της χωράφια τα ανοιχτά

Βάρκα του βάλτου ανάστροφη, φτενή δίχως καρένα
σύνεργα που σκουριάζουνε σε γύφτικη σπηλιά
σμάρι κοράκια να πετάν στην έρημην αρένα
και στο χωριό να ουρλιάζουνε τη νύχτα εφτά σκυλιά.
una accion vil y disgraciado.


Δώρος Λοΐζου, “Έρχονται πάλι” (Ψωμί και Ελευθερία):
Έρχονται πάλι…
Έρχονται, Φεντερίκο…
Μαύρα μάτια, μαύρες καρδιές, μαύρες κάννες…
Έρχονται να σε ξανασκοτώσουν, Φεντερίκο.
Θα σε ξαναθάψουν με τους άλλους,
τους πολλούς,
τον κοσμάκη.
Κι ύστερα θα πούν ότι σε σκότωσαν κατά λάθος,
πως ήταν ατύχημα,
τυχαίο περιστατικό…
Άβε Μαρία, άβε Μαρία
προσευχήσου για μας…
'Oλους εμάς τους αθώους Φεντερίκους…
Εμάς που μας σκοτώνουν τυχαία,
κατά λάθος…
Χ. Μπραβος, “Σονετο του σκοτεινου θανατου” (Μετα τα Μυθικα, 1996· πρωτη δημοσιευση 1986)
Της νύχτας και του ανέμου Federico
Garcia Lorca, πέφτει π έ ν τ ε η ώρα.
Τ’ άλογο πάει μιαν άδεια νεκροφόρα·
στ’ αλώνι πολεμά ταύρος με λύκο.

Σε παίρνει η δημοσιά, για να σε βγάλει
κει που η αστραπή κλωσσάει την αστραπή της.
Του φεγγαριού το πέταλο, μαγνήτης,
σέρνει το ματωμένο σου κεφάλι

κουρέλια φασκιωμένο της παντιέρας.
Φυσάει σκοτεινού θανάτου αέρας –
και πού να είν’ εκείνο τ’ άσπρο σάλι
που σού ’ριξε, όταν σ’ έπαιρναν, η νύφη;

Σκυλί τρελό τα κόκαλά του γλείφει
και σ’ άλλον κόσμο αρχίζει καρναβάλι.

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ, “ΣΙΜΑ ΣΤΗ ΓΡΑΝΑΔΑ (ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΟΥ 1936)” (ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΥΦΑΝΤΙΚΗΣ, 2013)
Μες τα βαθιά σαλόνια ο θάνατός του
ποθεί να κοιμηθεί, μα δε βολεί – τα βόλια
χύνουν χυμό ροδιού κι ο μαύρος κύκνος
μεθά τη θάλασσα με τα φτερά του.

Κι είπε στο Λόρκα ο Φεδερίκο: “Φίλε,
μη σκιάζεσαι κι εγώ θα σε σκεπάσω.”






Τετάρτη 17 Αυγούστου 2016

Πεκίνο, ανάμεσα στους αμμόλοφους και τα ερείπια τις άλλοτε ακμάζουσα οάσεις στο θρυλικό αρχαιολογικό Δρόμου του Μεταξιού της Κίνας έχει βρεθεί μια αρχαία πόλη που μπορεί πιθανότατα να έχει κατοικηθεί από εκστρατευτικό σώμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Η εκ νέου ανακάλυψη της μυστηριώδους πόλης της Niya ήρθε 90 χρόνια μετά το Βρετανό εξερευνητή Sir Aurel Stein που οδηγήθηκε από τους χωρικούς και παρέμεινε εκεί μέχρι το 1903 και, σύμφωνα με το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων «Νέα Κίνα», “έπιπλα ελληνικού στυλ και αρχαία έγγραφα γραμμένα στην παλιά και μη χρησιμοποιήσιμη πλέον γλωσσά Κharosthi."

Μια κοινή σινο-ιαπωνική αποστολή βρήκε τα ερείπια της πόλης αυτής μετά από την εξερεύνηση πάνω σε καμήλες για μήνες μέσα από το νότιο άκρο της ερήμου Τακλαμακάν στην Κίνα στην άγρια Δύση. Η ανακάλυψη έληξε μια αναζήτηση 10 ετών για την περιοχή.

Η πόλη μπορεί να βοηθήσει τους ανθρωπολόγους να λύσουν το γρίφο της φίλης με τα  ξανθά μαλλιά, και τα πράσινα μάτια στην Κεντρική Ασία που εξακολουθούν να ζουν στην περιοχή. Θα μπορούσε να είναι ίση σε σημασία στην ανακάλυψη της Πομπηίας, η ρωμαϊκή πόλη που καταστράφηκε και θάφτηκε από την έκρηξη του Βεζούβιου το 79 μ.Χ..

Ιάπωνες και Κινέζοι πρωτεργάτες  της αποστολής δήλωσαν ότι βρέθηκαν τα ερείπια των παλιών σπιτιών ελληνικού τύπου. Ένα 240 πόδια μακρύ τείχος της πόλης και μια 19 πόδια σε ύψος βουδιστική στούπα, ή μνημείο, που στεκόταν ακόμη πάνω από τους αμμόλοφους. Οι πέργκολες σταφυλιών και ξεραμένα οπωροφόρα δέντρα έχουν διατηρηθεί από το κλίμα της ερήμου 1.500 
χρόνια μετά από την μυστηριώδη εξαφάνιση της πόλης Niya.


Οκτώ μούμιες φορώντας μάλλινα ή μεταξένια ρούχα βρέθηκαν. Γύρω από τα απογυμνωμένα από τις καταιγίδες της ερήμου σώματα τους, βρέθηκαν νομίσματα, χάλκινα κάτοπτρα, μαχαίρια, δαχτυλίδια και μαργαριτάρια. Σε μια τσάντα κάτω από την φούστα μιας γυναίκας μια ξύλινη χτένα με μια πλεξούσα από τα ξανθά της μαλλιά.

Μέλη της αποστολής σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων ανέφερε ότι οι υψηλές μύτες, τα στενά πρόσωπα, το μακρύ κεφάλι και τα ξανθά ή καστανά μαλλιά από τις μούμιες δήλωναν ότι είχαν ινδοευρωπαϊκή καταγωγή. “Οι άνθρωποι εκείνοι θα μπορούσαν να έρθουν εδώ κατά τη διάρκεια των στρατιωτικών εκστρατειών που διεξάγεται από τον Μακεδόνα βασιλιά Αλέξανδρο τον 4ο αιώνα π.Χ.," ένα μέλος της αποστολής δήλωσε στο πρακτορείο.

Ο Han Xiang, ο επικεφαλής της κινεζικής ομάδας, πιθανολογεί ότι μια ξαφνική καταστροφή, τεχνητή ή οικολογική, κατέστρεψε απότομα έναν πολιτισμό που άκμασε στους πρόποδες των χιονισμένων βουνών Kunlun.

Τα γραπτά Κharosthi, που έχουν βρεθεί αποτελούν ένα γρύφο. Τα γραπτά προήλθαν από την ελληνικής επιρροής Αυτοκρατορία Kushan, η οποία περιλάμβανε το σύγχρονο Πακιστάν και το Αφγανιστάν και στην οποία οι μετανάστες μεταναστεύουν έφεραν μαζί τους τόσο τη γραπτή γλώσσα όσο και τον Βουδισμό στην έρημο Τακλαμακάν μεταξύ 300 π.Χ. και μ.Χ. 500.



Περίπου 30 ξύλινα δισκία χαραγμένα στη γλώσσα Κharosthi βρέθηκαν μέσα σε ένα θαμμένο βάζο κεραμικής.

Γνωστή ως το Βασίλειο της Jingjue, η πόλη ήταν το στολίδι μια όαση μέσα στην έρημο, οι κάτοικοι χάραξαν ένα παράδεισο μέσα έρημο προστατεύοντας την πόλη με πύλες και  τοίχους. Το νερό προερχόταν από πηγάδια ή υπόγεια ρεύματα και έκβαλλε μέσα σε κήπους και λίμνες.

Ο Xuanzang, ένας βουδιστής μοναχός που ταξίδεψε στην περιοχή κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Τανγκ (618-906 μ.Χ.) περιγράφει στο βιβλίο του "Ταξίδι στη Δύση" τις  διαδρομές από τις οάσεις προς τα Βουδιστικά μοναστήρια. Σήμερα η περιοχή κατοικείται κυρίως από τουρκικούς πληθυσμούς, μουσουλμάνους που περιοδικά απαιτούν την ανεξαρτησία τους από την Κίνα.

Τα ερείπια είναι περίπου 400 μίλια νοτιοανατολικά της διάσημης για τα χαλιά της πόλης του Kashgar, μια από τις λίγες πόλεις οάσεις που  εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται στον αρχαίο Δρόμο του Μεταξιού, οι οποίες μειώθηκαν σταδιακά μετά τη θαλάσσια οδό προς την Άπω Ανατολή  που άνοιξαν Ευρωπαϊκό θαλασσοπόροι.








ΜΟΥΣΕΙΟ ΥΠΟΒΡΥΧΙΩΝ ΓΛΥΠΤΩΝ ΣΤΟΝ ΠΑΓΑΣΗΤΙΚΟ

100 γλυπτά εμπνευσμένα από τη Μυθολογία, 20 μέτρα κάτω από τη θάλασσα

Ένα μουσείο που για να το επισκεφτεί κανείς θα πρέπει να βουτήξει σε βάθος 15 έως 20 μέτρων. Αυτό οραματίστηκε η επιστημονική ομάδα του τμήματος Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και αυτός ακριβώς είναι ο στόχος του ερευνητικού έργου «Ύφαλος Τέχνης», που παίρνει σιγά σιγά το δρόμο προς την υλοποίησή του.
Η ομάδα επέλεξε το βυθό του Παγασητικού κόλπου για να στήσει εκεί το πρώτο μουσείο υποβρύχιων γλυπτών στην Ελλάδα, που θα φιλοξενεί έργα εμπνευσμένα από τη Μυθολογία, συνυφασμένα με την περιοχή της Θεσσαλίας, όπως ηΑργοναυτική εκστρατεία.
Ο Ιάσονας, οι Κένταυροι, αλλά και ο Αχιλλέας που φέρεται να ξεκίνησε από τον Βόλο την εκστρατεία του για την Τροία, θα είναι μερικά από τα 100 γλυπτά που θα τοποθετηθούν στο συγκεκριμένο σημείο του Παγασητικού, έναν αμμώδη έρημο βυθό.
Το έργο των Θεσσαλών καλλιτεχνών που θα φιλοτεχνήσουν τα έργα σε τσιμέντοκαι σε φυσικό μέγεθος, θα έρθει να συμπληρώσει η ίδια η φύση. Στόχος είναι να υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες, ώστε μετά από λίγο να αναπτυχθούν μικροοργανισμοί και να εγκατασταθούν σφουγγάρια, φύκια, αστερίες, αλλά και να ζήσουν ψάρια. Σε είκοσι χρόνια η αρχική μορφή του έργου θα έχει αλλάξει εντελώς. Η αρχική ιδέα όμως θα έχει παραμείνει.
Ο ύφαλος τέχνης επιδιώκεται να έχει και επιστημονικό ενδιαφέρον, επισημαίνουν οι υπεύθυνοι του προγράμματος που εμπνεύστηκαν αυτό το Μουσείο από άλλες αντίστοιχες προσπάθειες του εξωτερικού, όπως στο Μεξικό ή στην κοντινή μαςΤουρκία η οποία προσφάτως επενδύει πολύ και στον καταδυτικό τουρισμό.